- τραγικοκωμικός
- [трагимжомикос]εκ. трагикокомический,
Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь). 2014.
Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь). 2014.
τραγικοκωμικός — ή, ό, Ν τραγικός και κωμικός ταυτόχρονα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τραγικός + κωμικός κατ αντιστροφή τού κωμικοτραγικός] … Dictionary of Greek
τραγικοκωμικός — ή, ό τραγικός μαζί και κωμικός, κωμικοτραγικός: Έχει κλαυσίγελο το τραγικοκωμικό … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek